- μοναρχικοί
- μοναρχικόςmonarchicalmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
μοναρχικός — ή, ό ο σχετικός με τη μοναρχία ή το μονάρχη: Μοναρχικό καθεστώς. ο θηλ. ή ο οπαδός του μοναρχικού πολιτεύματος: Οι μοναρχικοί διαδήλωσαν για την επιστροφή του βασιλιά στη χώρα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)